Συμβατότητα

Πολλές φορές στην καθημερινότητά μας έχουμε όλοι χρησιμοποιήσει την έκφραση «τα ετερώνυμα έλκονται» και την χρησιμοποιούμε κυρίως για ερωτικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ δυο ανθρώπων φαινομενικά ή ουσιαστικά (ή και τα δυο) αταίριαστων μεταξύ τους. Σίγουρα ο έρωτας δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να εξηγηθεί ή να αναλυθεί, κάποιες
φορές απλά είναι μαγικός, φέρνει αυτό που λέμε την χρυσόσκονη στη ζωή μας
, κι αυτός που τον βιώνει απλά γεύεται την χαρά που τον προσφέρεται. ‘Ισως και γι’ αυτόν το λόγο τόσο αβασάνιστα χρησιμοποιείται αυτή η έκφραση, «τα ετερώνυμα έλκονται», αντιμετωπίζοντας τις οποιεσδήποτε απορίες ή ακόμη και συγκρούσεις Θα μπορούσε να προκαλέσει μία παράταιρη σχέση.

Ομως, ο έρωτας στις περισσότερες ίσως περιπτώσεις τείνει να πάρει μία πρακτική μορφή, όταν οι δυο σύντροφοι καλούνται πλέον να συμβαδίσουν σε τομείς ναι μεν πρακτικούς ή και πιο «πεζούς» Θα μπορούσαμε να τους πούμε αλλά απαραίτητους προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισορροπία και η κοινή πορεία και των δύο. (Εδώ βέβαια μπορεί να γυρίσει κανείς και να πει «και γιατί είναι υποχρεωτικό δυο άνθρωποι να συζήσουν, ή να παντρευτούν; Δε μπορούν να χαίρονται τον έρωτά τους χωρίς κανόνες και χωρίς υποχρεώσεις; Δεν υπάρχουν ακόμη και παράνομα ή και κυνηγημένα ζευγάρια που χαίρονται ταν έρωτά τους για λίγες στιγμές και μετά ξαναγυρνούν στην καθημερινότητά τους ο καθένας χωριστά χωρίς να τους απασχολεί το πόσο ταιριάζουν σε άλλα πράγματα στη ζωή, όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις, η Θρησκεία ή η κοινωνική τάξη;»)

Διευκρινίζουμε ότι δεν μιλάμε, για τις σύντομες ερωτικές περιπέτειες όπου το κυρίαρχο στοιχείο είναι η σεξουαλική έλξη και η ερωτική επαφή. Πώς λοιπόν το καταλαβαίνούμε όταν η έλλειψη συμβατότητας αρχίζει και αποτελεί πρόβλημα για την ευτυχία μας; Όταν αρχίζουμε και νοιώθουμε ά β ο λ α. Στην αρχή μιας σχέσης όλοι είμαστε σε αναγνωριστικό στάδιο. Ξέρουμεελάχιστα για τον άλλο, σίγούρα έχουμε «διαβάσει» κάποια πράγματα που μας κίνησαν το ενδιαφέρον ή ακόμη και μας μάγεψαν αλλά στην πορεία είναι λογικό να ανακαλύψουμε ότι υπάρχουν στοιχεία απόκλισης. Η πρώτη αντίδραση πιθανόν είναι το «ξάφνιασμα». Για παράδειγμα σε μία συζήτηση ανακαλύπτουμε ότι οι απόψεις μας διαφέρουν κατά πολύ σε κάποιο Θέμα που ανήκει στην κοσμοθεωρία μας, δηλαδή αναφερόμαστε στον πρώτο τομέα όπου η συμβατότητα είναι σημαντική. Αν νοιώσουμε άβολα αυτό σημαίνει ότι έχει ενοχληθεί κάποιο σημαντικό κομμάτι της προσωπικότητάς μας. Βέβαια υπάρχουν και άνθρωποι απόλυτοι τόσο ώστε να μη μπορούν να αποδεχτούν να υπάρχουν καν απόψεις διαφορετικές από τις δικές τους και τότε η συμβατότητα σε μία σχέση, οποιαδήποτε σχέση, φαντάζει κάτι αδύνατο. Εδώ όμως δε μιλάμε γι’αυτό. Άβολα μπορεί να νοιώσουμε επειδή Θεωρούμε ότι οι απόψεις τον συντρόφου μας έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το αίσθημα της κοινωνικής δικαιοσύνης που μας διακρίνει ή ότι τέτοιες απόψεις Θίγουν ένα Θέμα ιερό, βαθιά συνδεδεμένο με την προσωπικότητά μας. Για παράδειγμα, σκεφτείτε πόσο δύσκολο Θα ήταν για έναν αλτρουιστή να συμπορευτεί με κάποιον ρατσιστή. Κι αν το παράδειγμα σας φαίνεται ακραίο σκεφτείτε κάποιον Θρήσκο που μαθαίνει ότι ο σύντροφός τον είναι άθεος ή έστω δεν ασχολείται καθόλου με την εκκλησία και την λατρευτική διαδικασία. Αν λοιπόν η αρχική αντίδραση είναι το ξάφνιασμα αλλά στην πορεία εισπράξουμε από τον σύντροφό μας καταρχήν σεβασμό για την δική μας διαφορετικότητα απέναντι στις δικές του απόψεις τότε είναι δύσκολο να νοιώσουμε άβολα. Αν ωστόσο εισπράξουμε απαξίωση και απόρριψη και ίσως και κάποια απαίτηση να ενστερνιστούμε πράγματα για τα οποία διαφωνούμε τότε είναι σίγουρο ότι θα νοιώσουμε τουλάχιστον άβολα κι αυτό είναι ένα κακό προμήνυμα για την εξέλιξη της σχέσης. Ο σεβασμός εδώ είναι η λέξη κλειδί και από τις δύο πλευρές για να γεφυρώνονται οι διαφοροποιήσεις σε θέματα που αφορούν στον πρώτο τομέα οπως αναφέραμε προηγουμένως.

 

Τώρα, σε ότι αφορά Θέματα πού ανήκουν στον δεύτερο τομέα, πρακτικά δηλαδή Θέματα της καθημερινότητας και της κοινής συμβίωσης κι εδώ πάλι το κυριότερο είναι να μη νοιώθουμε άβολα. Το μόνο σίγούρο είναι ότι Θα προκύψουν πολλές διαφορές σχετικά με την οργάνωση μιας κοινής ζωής και τα δύο μέλη θα έρθουν πολλές φορές στη Θέση να υποχωρήσουν ή να αναχαιτίσουν τα δικά τους Θέλω προκειμένού να εξασφαλιστούν ισορροπίες. Εάν νοιώσουμε ότι οι απαιτήσεις του συντρόφου μας ή οι επιθυμίες τον υπερβαίνουν τα όρια πού έχουμε θέσει για τον εαυτό μας, την ευτυχία μας και την αξιοπρέπειά μας τότε θα νοιώσουμε και πάλι άβολα, και κυρίως όταν αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει διάθεση από μέρους του να σεβαστεί και τις δικές μας επιθυμίες, τις δικές μας συνήθειες, τις δικές μας ανάγκες. Βέβαια στο Θέμα της σνμβατότητας δεν έχει νόημα ποιος έχει δίκιο ή άδικο, ποιος κάνει το σωστό και ποιός όχι. Το ίδιο δυστυχείς μπορεί να νοιώθουμε όταν οι παράλογες απαιτήσεις μας δεν γίνονται αποδεκτές από τον άλλο κι εμείς δεν εννοούμε να συμβιβαστούμε με κάτι λιγότερο. Όταν όμως επιτυγχάνεται η αποδοχή του άλλου και γίνονται οι κατάλληλοι συμβιβασμοί είτε εκατέρωθεν είτε από την μία πλευρά μόνο αλλά αυτοβούλως και χωρίς σνναισθηματικούς εκβιασμούς τότε μπορεί η σχέση να ευοδωθεi.

Πηγή: www.pappas.gr